Δικοτυλήδονα

Ταξινόμηση: 
Ομοταξία

Magnoliopsida: Το φυτό του οποίου ο σπόρος ή το έμβρυο έχει δύο εμβρυακά φύλλα ή κοτυληδόνες. Τα δικοτυλήδονα ή δικότυλα φυτά είναι η μεγαλύτερη κλάση των αγγειόσπερμων φυτών και η μεγαλύτερη του φυτικού βασιλείου με πάνω από 155,000 είδη. Είναι φανερόγαμα φυτά, δηλαδή έχουν ρίζες, βλαστούς και φύλλα και παράγουν άνθη. Τα δικοτυλήδονα χαρακτηρίζονται από φύλλα που έχουν δικτυωτή νεύρωση, έχουν μίσχο και δεν έχουν κολεό εκτός από σπάνιες εξαιρέσεις. Είναι επίσης πολυμορφικά και έχουν διάφορα σχήματα όπως οδοντωτά, σφαιρικά, ωοειδή, νεφροειδή, καρδιόσχημα κ.λ.π. ενώ φέρουν στις περισσότερες περιπτώσεις και παράφυλλα. Η ρίζα τους είναι πασσαλώδης και μακρόβια, σε αντίθεση με τα μονοκοτυλήδονα που έχει μικρή διάρκεια ζωής. Η κατασκευή του κορμού και των βλαστών παρουσιάζει δέσμες με πόρους και αγγεία. Βρίσκονται σε μεγάλα υψόμετρα και ευδοκιμούν και κοντά στη θάλασσα. Τα περισσότερα απο τα φυτά αυτά είναι θάμνοι και δέντρα ενώ υπάρχουν και πολλά ποώδη.

Citrullus lanatus: Φυτό μονοετές που υπάγεται στην οικογένεια των κολοκυνθοειδών. Τα φύλλα του είναι παλαμοειδή και σχισμένα οι βλαστοί λεπτοί και πολύ μακριοί έρποντες, τα δε άνθη μικρά κίτρινα, χωρισμένα τα αρσενικά από τα θηλυκά, όπως συμβαίνει στις αγγουριές και πεπονιές.

Melissa officinalis: Πολυετές φυτό 40-100εκ, γνωστό για την αντισπασμωδική, αντιφλεγμονώδη και αντιμικροβιακή του δράση.

Rubus: Έχει βαθυπράσινα σύνθετα φύλλα με 3-5 οδοντωτά φυλλάρια από τα οποία το επάκριο έχει μακρύτερο μίσχο. Τα άνθη έχουν υπόλευκα πέταλα και είναι διατεταγμένα κατά αρειές φόβες. Τα είδη αυτά τα συναντούμε σε δασώδεις κυρίως περιοχές, φράκτες, θαμνότοπους, στις όχθες των ρυακιών ακόμα και στις άκρες των δρόμων.

Cydonia oblonga: οπωροφόρο δέντρο της οικογένειας των Ροδοειδών. Η καταγωγή της είναι από την περιοχή του Καυκάσου ή το Ιράν. Ως καλλιεργούμενο φυτό προτιμά τα πηλοαμμώδη εδάφη, όπως επίσης και τα υγρά, αρκεί να στραγγίζονται καλά. Ο πολλαπλασιασμός της γίνεται με μοσχεύματα, παραφυάδες και καταβολάδες. Ζει μέχρι και 50 χρόνια.

Coriandrum sativum: ενδημικό της ανατολικής περιοχής της Μεσογείου και της Νότιας Ευρώπης. Το όνομά του προέρχεται από την ελληνική λέξη «κοριός», λόγω της δυσάρεστης οσμής του καρπού του.

Το βελανίδι της αριάς Αριά (Quercus smilax)Το Θεραπευτικό μανιτάρι Γανόδερμα στον κορμό μιας Αριάς

Quercus ilex: συνήθως θάμνος ή μικρό δένδρο, μπορεί όμως να αναπτυχθεί και σε μεγάλο δένδρο με ύψος 15-27 μέτρα

Thymus vulgaris: ανήκει στην οικογένεια των Χειλανθών . Είναι θάμνος μικρού ύψους (έως 30 εκατοστά), με όρθιους βλαστούς, εξαιρετικά ανθεκτικός, αναδεύει πολύ ευχάριστο άρωμα. Στη φαρμακευτική είναι γνωστό ως το φυτό με τις περισσότερες θεραπευτικές ιδιότητες.

Περιγραφή: φυλλοβόλο δένδρο, με ωοειδή φύλλα και λευκό κορμό που αναπτύσσει μεγάλο ύψος, μέχρι 50 μέτρα.

Populus nigra: Φυλλοβόλο δέντρο φθάνει τα 30 μ. ύψος και 20 μ. διάμετρο. Φτάνει στην ωριμότητα στα 100 χρόνια και μετά παρακμάζει. Βρίσκεται σε νωπά εδάφη μέσα σε δάση και παράπλευρα ρευμάτων. Τα φύλλα του έχουν τριγωνικό ή ρομβοειδές σχήμα, με οδοντωτές παρυφές.

Prunus amygdalus: δένδρο φυλλοβόλο με ύψος από 4 ώς 12 μέτρα και φύλλα ελλειψοειδή, λογχοειδή, οδοντωτά.

Σελίδες

Facebook comments